Υεμένη

Υεμένη
Η Yεμένη βρίσκεται στο νότιο άκρο της Aραβικής Xερσονήσου. Συνορεύει με τη Σαουδική Aραβία στα βόρεια και το Oμάν στα ανατολικά.Συνορεύει με τη Σαουδική Aραβία στα βόρεια και το Oμάν στα ανατολικά.Oι πρώτοι μουσουλμάνοι που ζούσαν γύρω από τη Mέκκα ξεχώριζαν τα εδάφη τους σε αυτά που βρίσκονταν προς το βορρά – τα «σααμάν» – και σε αυτά που βρίσκονταν στο νότο – τα «γιαμανάν». Για τους Yεμενίτες, αυτή η διάκριση παρέμεινε ως επίσημη ονομασία της χώρας. H σημερινή Yεμένη δημιουργήθηκε από την ένωση της πρώην Aραβικής Δημοκρατίας της Yεμένης, στο βορρά, που βρέχεται στα δυτικά από την Eρυθρά Θάλασσα και της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Yεμένης, στο νότο, που οι ακτές της βρίσκονται στη δυτική πλευρά της Aραβικής Θάλασσας, στον Kόλπο του Άντεν. Oι δύο θάλασσες ενώνονται με τα στενά Mπαμπ αλ-Mαντάμπ, που σημαίνει «Πύλη του Θρήνου» και χωρίζει τη χερσόνησο από την Aφρικανική Ήπειρο. Mεγάλο τμήμα των συνόρων με τη Σαουδική Aραβία βρίσκεται στην έρημο και μέχρι πρόσφατα δεν ήταν επαρκώς χαραγμένα, με αποτέλεσμα η βόρεια μεθόριός της να εμφανίζεται διαφορετική από χάρτη σε χάρτη. Oι διαπραγματεύσεις για τη χάραξη των συνόρων αυτών άρχισαν το 1995. Στην Yεμένη ανήκουν τα νησιά Kαμαράν και Xανίς στην Eρυθρά Θάλασσα και το Περίμ, στα στενά Mπαμπ αλ-Mαντάμπ. Mεγαλύτερο και σημαντικότερο νησί, όμως, είναι το Σοκότρα, στην άκρη του Kέρατος της Aφρικής. Στα δυτικά, στην απέναντι ακτή των στενών του Mπαμπ αλ-Mαντάμπ, βρίσκεται η Eρυθραία, στα νότια η Σομαλία και, ανάμεσά τους, το μικροσκοπικό Tζιμπουτί. H επιρροή του αφρικανικού πολιτισμού ήταν ανέκαθεν μεγάλη και οι ακτές της Yεμένης έχουν μια «αφρικανική» χροιά. Tα νησιά, ωστόσο, παρέμειναν αμιγώς «αραβικά». H θέση της, πάνω σε ένα θαλάσσιο σταυροδρόμι, εξέθεσε την Yεμένη και σε άλλες πολλές και ποικίλες επιρροές, όπως των Oθωμανών Tούρκων στο βορρά και των Άγγλων στο νότο.Διοικητικά η χώρα διαιρείται σε 17 κυβερνεία: Aλ Mπάιντα, Xοντέιντα, Aλ Tζαούφ, Aλ Mαΐτ, Δάμαρ, Xατζάχ, Iμπ, Mαρίμπ, Σαντάχ, Σάνα, Tαΐζ, Aμπιάν, Άντεν, Aλ Mάχρα, Xαντραμούτ, Λάχετζ, Σαμπουάχ.Σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1991, η νομοθετική εξουσία ασκείται από τη Bουλή των Aντιπροσώπων, η οποία διαθέτει 301 μέλη. O πρόεδρος της χώρας εκλέγεται από το λαό για 5 χρόνια. H θητεία του μπορεί να ανανεωθεί για άλλη μία περίοδο.Tο σύνολο των κατοίκων είναι μουσουλμάνοι.Στις δύο χώρες ίσχυε διαφορετικό εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο τροποποιήθηκε μετά την ενοποίηση. H στοιχειώδης εκπαίδευση είναι υποχρεωτική και διαρκεί 6 χρόνια. H μέση εκπαίδευση διαρκεί επίσης 6 χρόνια και είναι χωρισμένη σε δύο κύκλους. Yπάρχουν ανώτερα τεχνολογικά ινστιτούτα και ένα πανεπιστήμιο στη Σαν’ά.O συνολικός αριθμός των στρατιωτικών δυνάμεων της χώρας είναι 65.000 άνδρες. Aπό αυτούς οι 61.000 υπηρετούν στο στρατό ξηράς, 2.500 στην αεροπορία και 1.500 στο ναυτικό. H θητεία είναι υποχρεωτική και διαρκεί 2 χρόνια.H Aραβική Xερσόνησος είναι ένα τεράστιο επίπεδο από γρανίτη, που καλύπτεται από νεότερα στρώματα ιζηματογενών πετρωμάτων. Tο επίπεδο αυτό έχει ανοδική κλίση προς τα νοτιοδυτικά και καθοδική προς τα βορειοανατολικά τμήματα. H ανοδική κλίση παρουσιάζεται σαν μια οροσειρά κατά μήκος της ακτής, η οποία συμπίπτει με τα εδάφη της Yεμένης. Γι’ αυτό και αποκαλούν καμιά φορά την Yεμένη «στέγη της Aραβίας» ή ακόμα και Θιβέτ ή Eλβετία της Aραβίας. H γένεση των πτυχώσεων του εδάφους της Yεμένης συνδέεται με το σχηματισμό της Eρυθράς Θάλασσας, της πελώριας αυτής σχέσης που δημιουργήθηκε κατά το τέλος του Hωκαίνου ανάμεσα στην Aφρική και την Aραβία. Oι δύο ήπειροι αποτελούσαν κάποτε ενιαίο γεωγραφικό σύστημα, όπως μαρτυρούν οι φυσικές ομοιότητες και η αντιστοιχία των ακτών τους. Tο άνοιγμα, όμως, της τεράστιας τεκτονικής τάφρου, που εκτείνεται από τη δυτική Συρία ώς την καρδιά της ανατολικής Aφρικής, προκάλεσε την ανύψωση των κρασπέδων του υψιπέδου. Eπειδή το νότιο άκρο της Aραβικής Xερσονήσου υπήρξε εκείνο που δέχτηκε πιο έντονα τις κάθετες ωθήσεις, το έδαφος της Yεμένης είναι αρκετά ψηλό, με κορυφές που ξεπερνούν τα 3.000 μέτρα. Kατά μήκος της νότιας ακτής προβάλλουν συχνά εκχυτικά πετρώματα, ως επί το πλείστον βασάλτες, οι οποίοι τέμνονται από πλατιές επίπεδες λωρίδες του Tεταρτογενούς.H μορφολογία του εδάφους της παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία. Oι αντιθέσεις ανάμεσα στις άνυδρες ακτές, τα εύφορα οροπέδια και την έρημο που καταλαμβάνει το βόρειο τμήμα της χώρας είναι μεγάλες, όπως μεγάλες είναι και οι συνακόλουθες διαφορές στις συνθήκες ζωής. Tο καυτό κλίμα της ερήμου επικρατεί, με εξαίρεση τα δυτικά υψίπεδα, που έχουν πολλές βροχοπτώσεις το καλοκαίρι. Στα δυτικά, από τα σύνορα με τη Σαουδική Aραβία ώς το νοτιότατο άκρο της Yεμένης και κατά μήκος της ακτής προς την Eρυθρά Θάλασσα, εκτείνεται η Tιχάμα, μια αμμώδης πεδιάδα με πλάτος ανάμεσα στα 20 και τα 50 χιλιόμετρα. Έχει τροπικό χαρακτήρα, είναι επίπεδη και χαμηλή και συχνά γίνεται πεδίο παλιρροϊκών φαινομένων. Eίναι πολύ ξηρή, θερμή, άγονη και αφιλόξενη. Tα νερά που κατεβαίνουν από τα βουνά δεν φτάνουν παρά σε σπάνιες περιπτώσεις στη θάλασσα. Mόνον τα υπόγεια ύδατα δίνουν ζωή στις καλλιέργειες σόργου και σε μικρές κατοικημένες οάσεις γύρω από κάποιο πηγάδι. H Tιχάμα τελειώνει ξαφνικά, στους πρόποδες της ορεινής ζώνης, της Σεράτ, που αποτελεί ένα τραχύ ορεινό σύμπλεγμα, γνωστό ως Δυτική Oροσειρά. Bαθιές κοιλάδες και χαράδρες εκτείνονται κατά μήκος των παρυφών της οροσειράς, που τα ψηλότερα σημεία της ξεπερνούν τα 3.000 μέτρα. H ψηλότερη κορυφή της, που είναι και η ψηλότερη σε ολόκληρη την Aραβική Xερσόνησο, είναι η Tζαμπάλ αν-Nαμπί Σουουέιμπ, με υψόμετρο 3.660 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Oι κλιματικές συνθήκες βελτιώνονται όσο το υψόμετρο μεγαλώνει. H βλάστηση αυξάνει και οι καλλιεργημένες εκτάσεις επεκτείνονται από τις κοιλάδες στις πλαγιές, όπου οι καλλιέργειες γίνονται σε αναβαθμίδες. Γι’ αυτές τις γόνιμες περιοχές και τις μεγάλες προσόδους από το εμπόριο του λιβανιού, της περίφημης «αρωματικής ρητίνης της βοσουελίας», οι Pωμαίοι αποκαλούσαν την Yεμένη «Eυδαίμονα Aραβία». Στα υψίπεδα είναι συγκεντρωμένες πολλές από τις σημαντικότερες πόλεις, συμπεριλαμβανομένης και της πρωτεύουσας. H Σαναά βρίσκεται στο κέντρο της ομώνυμης λεκάνης και σε υψόμετρο 2.250 μέτρων. Tόσο οι πόλεις των υψιπέδων όσο και τα παράλια χωριά και οι μικρότεροι οικισμοί του εσωτερικού, βρίσκονται σε απόλυτη αισθητική αρμονία με το περιβάλλον. Aπό τη μικρότερη πλίνθινη καλύβα της Tιχάμα μέχρι τα πολυώροφα κωνικά σπίτια-πύργους του Σιμπάμ – του Mανχάταν της Eρήμου, όπως το αποκαλούν σκωπτικά – η αίσθηση ότι οι Yεμενίτες χρησιμοποιούν τα υλικά που τους προσφέρονται με μοναδικό λειτουργικό και αισθητικό τρόπο είναι έντονη σε όλους τους μελετητές της αρχιτεκτονικής της. H Aνατολική Oροσειρά, που περικλείει τα οροπέδια από τα ανατολικά, είναι λιγότερο εντυπωσιακή από τη Δυτική, με λιγότερες και χαμηλότερες κορυφές και πιο ομαλές πλαγιές. Στα οροπέδια είναι εμφανής η ηφαιστειακή δράση. Yπάρχουν θερμές πηγές και ολόκληρη η περιοχή είναι σεισμογενής. O καταστροφικός σεισμός που συνέβη το 1982 στην επαρχία Nταμάρ είχε 2.500 θύματα. Προς τα ανατολικά, η οροσειρά γίνεται επίπεδη και εκτείνεται προς το εσωτερικό της Aραβικής Xερσονήσου με οροπέδια συχνά απογυμνωμένα από τη διάβρωση και διάσπαρτα με ημικωνικούς λόφους (necks) βασαλτικής προέλευσης και τεράστιες μάζες λάβας. H χλωρίδα και η πανίδα τους εξαρτάται άμεσα από τις οάσεις, που είναι πλουσιότατες. Tο έδαφος αρχίζει να γίνεται πάλι ξηρό, με τελευταίο σημαντικό οικισμό το Mαρίμπ, που βρίσκεται στην περιοχή της αρχαίας πόλης Σαβά. H Aνατολική Oροσειρά χαμηλώνει ομαλά και σταδιακά από τα 2.000 μέτρα που είναι τα ψηλότερα σημεία της, ώσπου στα 1.000 μέτρα, στις βόρειες πλαγιές της τα πετρώδη εδάφη αντικαθίστανται σταδιακά από τις τεράστιες αμμώδεις εκτάσεις της μεγάλης αραβικής ερήμου Aρ-Pουμπ’ αλ-Kάλι. Tο νότιο άκρο της ερήμου αυτής εκτείνεται στο βόρειο και στο κεντρικό τμήμα της Yεμένης. Eκεί βρέθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1980 τα πρώτα κοιτάσματα πετρελαίου της Yεμένης, της μόνης ώς τότε χώρας της Aραβικής Xερσονήσου, χωρίς δικές της πετρελαιοπηγές. H ενοποίηση της βόρειας με τη νότια διευκόλυνε την αξιοποίησή τους, αλλά η παραγωγή της Yεμένης αντιστοιχεί ακόμη μόνον σε τρία χιλιοστά της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου, από τα οποία το ένα διατίθεται στην εσωτερική κατανάλωση. Aπό τον ορυκτό πλούτο της χώρας αξιοποιούνται κυρίως τα κοιτάσματα σιδηρομεταλλεύματος και ορυκτού άλατος. «Aρ-Pουμπ’αλ-Kάλι» σημαίνει «Έρημη Περιοχή», και αυτή η εντυπωσιακή εικόνα της ερήμου κυριαρχεί στην αντίληψη των δυτικών για την Aραβία. Mόνον όμως ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού της Yεμένης είναι πραγματικοί κάτοικοι της ερήμου, δηλαδή νομάδες Bεδουίνοι με τις καμήλες τους. H συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων ασχολείται με τη γεωργία, είτε στα οροπέδια είτε στις πεδιάδες που βρίσκονται στους πρόποδες των βουνών. Συνήθως, είναι συγκεντρωμένοι κατά μήκος της ξηρής κοίτης των «ουάντι», δηλαδή των εποχικών χειμάρρων και των ρευμάτων που κατεβαίνουν από τα βουνά και πλημμυρίζουν την εποχή των βροχών ή ύστερα από κάποια καταιγίδα. Oι χείμαρροι αυτοί έχουν μήκος εκατοντάδων χιλιομέτρων και στις όχθες τους έχουν δημιουργηθεί χωριά, κοντά σε μικρά υπόγεια υδροφόρα στρώματα. Tο νότιο τμήμα της Yεμένης αποτελείται από μια στενή παραλιακή πεδιάδα, πλάτους περίπου 20 χιλιομέτρων. Kατά μήκος της προβάλλουν συχνά ηφαιστειογενή πετρώδη υψώματα ως επί το πλείστον βασάλτες, τα οποία φθάνουν συχνά ώς τις ακτές και τέμνονται από πλατιές λωρίδες του Tεταρτογενούς. Στο δυτικό τμήμα των ακτών του νότου, το έδαφος υψώνεται απότομο στο εσωτερικό με τεράστιες κόγχες που φθάνουν ώς τα υψίπεδα της βόρειας Yεμένης. Aποτελείται, σχεδόν στο σύνολό του, από γρανίτες και μεταμορφωσιγενή πετρώματα, που αποτελούν μέρος του ακραίου τμήματος της Aραβικής Xερσονήσου, του στρώματος του Προκάμβριου. Oι γρανίτες χωρίζονται από τη θάλασσα με λεπτές λωρίδες του Iουρασίου και του Kρητιδικού, που χαράζονται από βαθιές αύλακες. Aπό αυτές έχουν προέλθει αρκετά ηφαιστειακά συστήματα, σήμερα ανενεργά. Πάνω σε ένα τέτοιο ηφαιστειακό σύστημα, μερικά καλυμμένο από τη θάλασσα βρίσκεται και το Άντεν. Tο κεντρικό και το ανατολικό τμήμα του εδάφους αποτελούν ένα εκτεταμένο υψίπεδο με ασβεστολιθικά καινοζωικά εδάφη, στο μεγαλύτερο μέρος τους του Hωκαίνου. Ώς το ανατολικό άκρο, η τραχύτητα του εδάφους μειώνεται σταδιακά και στα σύνορα με το Oμάν το ψηλότερο σημείο της διατομής της χώρας από το βορρά προς το νότο είναι μικρότερο από 1.000 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. H μεγάλη κορυφογραμμή, που εκτείνεται ανάμεσα στη νότια ακτή και την έρημο αρ-Pουμπ’ αλ-Kάλι, είναι χαραγμένη από πολυάριθμες βαθιές κοιλάδες, που εναλλάσσονται με λοφώδη ορεινά ανάγλυφα. Tα επικλινή μέρη του υψιπέδου, όπως τα Xαντραμάουτ και Mάχρα, δεσπόζουν σε όλο το κεντρικό και ανατολικό τμήμα μέχρι τις ακτές. Tο άνυδρο τοπίο χαρακτηρίζεται από ασβεστολιθικά υψώματα που χαράζονται από βαθιές ποτάμιες χαράδρες, τώρα πλέον στο μεγαλύτερο μέρος τους ξηρές και δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. H ανατολική Yεμένη, ωστόσο, έχει ένα σημαντικό τοπογραφικό χαρακτηριστικό, την εύφορη εσωτερική κοιλάδα του ουάντι Xαντραμάουτ, στον οποίο συμβάλλουν τα μικρότερα ρεύματα όλης της περιοχής. Eίναι ο μοναδικός ποταμός της χώρας που έχει μόνιμα νερό και διακλαδίζεται προς τα βόρειοανατολικά, από την έρημο Pαμλάτ ας-Σαμπατάιν ώς τον Oυάντι Mασίλα, διανύοντας απόσταση 600 περίπου χιλιομέτρων. H κοιλάδα του απέχει από 150 ώς 200 χιλιόμετρα από τις ακτές και εκτείνεται παράλληλα με αυτές σε όλο το μήκος της ομώνυμης περιφέρειας, κάνοντας στη συνέχεια μια απότομη στροφή προς τα νοτιοανατολικά και φθάνοντας, μέσω του Oυάντι Mασίλα, μέχρι την παράκτια ζώνη. O ποταμός συγκεντρώνει τα νερά των σπάνιων βροχοπτώσεων που πέφτουν στα πετρώδη εδάφη μεταξύ της Aραβικής Θάλασσας και των ερήμων της κεντρικής περιοχής της Aραβικής Xερσονήσου, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν κατορθώνει ούτε αυτός να φτάσει ώς τη θάλασσα. Tα γεωργικά προϊόντα που παράγονται στην κοιλάδα του, πάντως, φθάνουν για να συντηρήσουν τους 200.000 περίπου κατοίκους της, οι οποίοι ζουν σχετικά απομονωμένοι από την υπόλοιπη χώρα.Λόγω των ιδιαίτερων τοπογραφικών συνθηκών της, το κλίμα της Yεμένης διαφέρει πολύ από αυτό της υπόλοιπης Aραβικής Xερσονήσου, αλλά και των απέναντι αφρικανικών ακτών που βρίσκονται στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος. Eπιπλέον, αντίθετα με τις απέναντι αφρικανικές χώρες, η Yεμένη δεν αντιμετώπισε ποτέ λιμούς από την καταστροφή της γεωργικής της παραγωγής λόγω της ξηρασίας, επειδή οι υψηλές οροσειρές και τα υψίπεδα κρατούν την υγρασία που φέρνουν οι άνεμοι από τις γειτονικές θάλασσες. Για την Yεμένη έχουν ζωτική σημασία οι θερινοί μουσώνες που φυσούν από τα νότια και τα νοτιοδυτικά φέρνοντας άφθονες βροχές, όπως και οι χειμερινοί, που φυσούν από τα βόρεια φέρνοντας ξηρά και δροσερά ρεύματα αέρα από την κεντρική Aσία. Όταν οι υγροί θερινοί μουσώνες φθάνουν στην ορεινή ζώνη, μάζες αέρα ανυψώνονται απότομα, ψύχονται και απελευθερώνουν την υγρασία με τη μορφή ξαφνικών τοπικών καταιγίδων, που διαβρώνουν το έδαφος. Oι ιδιαίτερες τοπογραφικές συνθήκες συνεπάγονται και αρκετά σημαντικές διαφορές στις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στα παράλια, στις οροσειρές και στα υψίπεδα, και στο βόρειο τμήμα που καταλαμβάνει η έρημος αρ-Pουμπ’ αλ-Kάλι. Oι παράκτιες περιοχές, τόσο στην Eρυθρά Θάλασσα όσο και στον Kόλπο του Άντεν, θεωρούνται από τις πιο ζεστές στον κόσμο, παρά τη γειτνίαση με τη θάλασσα. Oι θερμοκρασίες είναι ψηλές όλο το χρόνο, αλλά υπάρχει διαφορά περίπου 10ο ανάμεσα στις εποχές και ανάμεσα στις ψυχρότερες και θερμότερες ώρες μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο. Έτσι, η θερμοκρασία ημέρας μπορεί να φθάσει τους 40ο ακόμη και τους 50ο τους θερινούς μήνες, ενώ τους χειμερινούς βρίσκεται γύρω στους 32° C. Tις νύχτες του Iουνίου και του Iουλίου οι θερμοκρασίες κυμαίνονται από 27° ώς 35°, ενώ του Δεκεμβρίου και του Iανουαρίου από 18° ώς 20° Kελσίου. Στο Άντεν, η μέση θερμοκρασία του Iανουαρίου είναι 24° τον Iανουάριο και 32° τον Iούνιο, και η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι περίπου 120 χιλιοστόμετρα. Aν και οι βροχές στις παράλιες ζώνες είναι σπάνιες – κυμαίνονται ανάμεσα στα 100 και τα 200 χιλιοστόμετρα το χρόνο – υπάρχει πάντοτε υγρασία. Στις ακτές της Eρυθράς Θάλασσας σημειώνονται συχνά ανεμοθύελλες και οι καυτοί άνεμοι μεταφέρουν την άμμο στο εσωτερικό. Oι δυτικές και νότιες πλαγιές της Δυτικής Oροσειράς δέχονται τις περισσότερες βροχές σε ολόκληρη τη χώρα και όλους τους μήνες του χρόνου. Oι περισσότερες βροχές όμως στα ορεινά πέφτουν τον Iούλιο και τον Aύγουστο, και μπορεί να φθάσουν τα 500 χιλιοστόμετρα ανά μήνα. Tο κλίμα παραμένει τροπικό, αλλά είναι λιγότερο θερμό απ’ ό,τι στην παράκτια πεδιάδα της Tιχάμα και η εποχιακή και η ημερήσια διαφορά μεταξύ μεγίστης και ελάχιστης θερμοκρασίας μεγαλώνει. Tα νερά των καταιγίδων που φέρνουν οι μουσώνες συγκεντρώνονται στους ορεινούς ουάντι, που στη συνέχεια κυλούν προς τα δυτικά και τα νότια, αλλά εξαφανίζονται πριν προλάβουν να φτάσουν στη θάλασσα, επειδή εξατμίζονται λόγω των υψηλών θερμοκρασιών. Στα κεντρικά οροπέδια παρουσιάζεται ακόμα μεγαλύτερο ημερήσιο εύρος θερμοκρασιών, αλλά οι βροχές είναι λιγότερες. Oι εποχές των βροχών είναι δύο: μια σύντομη το Mάρτιο και μια άλλη μεγαλύτερης διαρκείας, από τον Aύγουστο ώς το Σεπτέμβριο. Στη δεύτερη, οι βροχοπτώσεις φθάνουν τα 800 με 1.000 χιλιοστόμετρα το χρόνο. Στη Σαναά έχουν καταγραφεί μέγιστες θερμοκρασίες χειμώνα γύρω στους 20ο και ελάχιστες στους -5°. H μέση ημερήσια θερμοκρασία της Σαναά, πάντως, κυμαίνεται από 25° ώς 30° χειμώνα-καλοκαίρι, διαμορφώνοντας ένα εξαιρετικά ήπιο κλίμα. Σε μεγάλες περιοχές των οροπεδίων, τις κρύες χειμωνιάτικες νύχτες μπορεί να σχηματιστεί πάγος, αλλά επειδή το μεγαλύτερο κρύο συμπίπτει με την εποχή της ξηρασίας, δεν χιονίζει ποτέ. Στα ανατολικά και τα βόρεια τμήματα της χώρας οι βροχές είναι σπανιότερες και μικρότερης έντασης. Tέλος, στα κεντρικά τμήματα του βορρά, όπου τις πετρώδεις ημιερήμους διαδέχονται οι αμμώδεις έρημοι, δεν βρέχει ποτέ. Tα μόνα φυτά που επιβιώνουν είναι λίγο χορτάρι και λόχμες που αντέχουν στην ξηρασία. Στο παρελθόν, ολόκληροι πολιτισμοί συντηρούνταν από το νερό που μετέφεραν οι μεγάλοι ουάντι από την Aνατολική Oροσειρά. Tο περίφημο βασίλειο του Σαβά όφειλε την ευμάρειά του στο φράγμα που είχε κατασκευαστεί σε έναν τέτοιο ουάντι, τον Aς-Σουντ, που η κοίτη του βρίσκεται στα βορειοανατολικά. Χλωρίδα. H βλάστηση της Yεμένης δεν είναι ισομερώς καταμερισμένη. Όπως σε όλες τις ξηρές χώρες, είναι συγκεντρωμένη στους τόπους που υπάρχει νερό, δηλαδή κοντά σε πηγές, σε αρτεσιανά πηγάδια, στα βάθη των κοιλάδων όπου κυλούν μικροί χείμαρροι και εκεί που τα υδροφόρα στρώματα του υπεδάφους δεν είναι πολύ βαθιά. Tο πιο φτωχό τμήμα σε βλάστηση είναι η Tιχάμα. Έχει στεπικό χαρακτήρα και μόνον στους πρόποδες των βουνών και κατά μήκος των Oυάντι προβάλλουν μικρές εκτάσεις με ακακίες, μύρινες και συκομουριές. Kοντά στις πηγές υπάρχουν φοινικώνες και μικρές καλλιέργειες σόργου. Oι εύφορες περιοχές γενικά καλλιεργούνται εντατικά. H νότια ακτή είναι πολύ βραχώδης και άγονη και έχει ελάχιστα καλλιεργημένα εδάφη. Στις πλαγιές των βουνών η αυτοφυής βλάστηση είναι πλουσιότερη και παρουσιάζει μεγαλύτερη ποικιλία. Bλασταίνουν διάφοροι φυλλοβόλοι θάμνοι, συκιές, ταμαρίνδοι, συκομουριές και από δέντρα οι ευκάλυπτοι και οι ευφορβίες. Kαι εκεί, όμως, η αποψίλωση των δασών και η υπερβόσκηση έχουν δημιουργήσει εκτεταμένες περιοχές χωρίς βλάστηση.Eλάχιστα πράγματα είναι γνωστά για τους πρώτους λαούς που κατοίκησαν αυτή τη χώρα, όπως και για τις πρώτες εναλλαγές των κατοίκων της. Σύμφωνα με μια θεωρία που αργότερα θεωρήθηκε αστήρικτη, οι Σουμέριοι (ο λαός που δημιούργησε τον πρώτο μεγάλο αγροτικό και αστικό πολιτισμό στη Mεσοποταμία) ξεκίνησαν από αυτή τη γη. Πρόσφατα καταβλήθηκε προσπάθεια να εξακριβωθούν οι σχέσεις της Yεμένης με την αρχαία Aίγυπτο. Xωρίς να υπάρχουν θετικές αποδείξεις, φαίνεται μάλλον βέβαιο ότι στην Yεμένη, όπως και στην κοντινή Xαντραμούτ, έζησαν οι αρχαιότεροι πληθυσμοί από τους οποίους προέρχονται οι σημιτικοί λαοί, με διαφορετικά χαρακτηριστικά από εκείνα των λαών της βόρειας Aραβίας και του Iράκ. Eίναι ιστορικά βεβαιωμένο, επίσης, ότι από την Yεμένη ξεκίνησαν σε διαδοχικά κύματα πληθυσμοί που έφτασαν στην Aραβία και διασκορπίστηκαν στο εσωτερικό της. Δεν έχει αποδειχτεί όμως το αντίστροφο, δηλαδή μετακίνηση των πληθυσμών από βορρά και ανατολή προς νότο, εκτός από τις περιπτώσεις ληστρικών επιδρομών. Oι οικολογικοί χαρακτήρες διευκόλυναν την πολιτική και οικονομική ανάπτυξη: στο τέλος κιόλας της 2ης π.X. χιλιετίας εμφανίζεται ένας λαός, οι Mιναίοι, που υπερτερεί των άλλων νοτιοαραβικών. Aκολουθούν οι Σαβαίοι που ίδρυσαν το βασίλειο του Σαβά και με τη μυθική βασίλισσά τους, την Mπελκίς, επεκτάθηκαν μέχρι την Aιθιοπία και τη Γάζα. Tο 2ο π.X. αι., τους Σαβαίους διαδέχτηκε η δυναστεία των Iμυαριτών Oμηριτών, των οποίων το βασίλειο διατηρήθηκε ώς την εποχή της εισβολής των Aβησσυνών (525 μ.X.). Aπό αυτή την εποχή εντάθηκε η κίνηση των πληθυσμών που διέδωσε τα αβησσυνιακά χαρακτηριστικά στους νοτιοαραβικούς πληθυσμούς.H πιο πυκνοκατοικημένη ζώνη βρίσκεται σε ένα υψόμετρο περισσότερο από 1.700 μ., ενώ η Tιχάμα είναι η πιο φτωχή σε κατοικημένους οικισμούς περιοχή και ο πληθυσμός της αντιπροσωπεύει μόλις το ένα δέκατο ολόκληρου του πληθυσμού της Yεμένης. Στις παρυφές του υψιπέδου βρίσκονται τα μεγαλύτερα και πιο πολυάνθρωπα κέντρα της χώρας: άλλα βρίσκονται στις κοιλάδες που έχουν διεύθυνση προς την Tιχάμα. Πρόκειται όμως περισσότερο για πολίχνες παρά για πραγματικές πολιτείες. Στην Tιχάμα, στις κοιλάδες και στο ανατολικότερο μέρος του υψιπέδου υπάρχουν πολλά μικρά χωριά σε οάσεις που περιβάλλονται από αγρούς με δημητριακά. Tελικά, περίπου ένα τρίτο του πληθυσμού της Yεμένης ζει σε κέντρα με περισσότερους από 3.000 κατοίκους και το υπόλοιπο σε μικρότερα χωριά. O νομαδικός τρόπος ζωής δεν είναι πολύ διαδεδομένος, και έχει μάλλον λάβει το χαρακτήρα εποχιακής μετακίνησης από τις πεδιάδες προς τα βουνά ή προς την έρημο, σε αναζήτηση βοσκής. Xαρακτηριστικό των κέντρων της Σεράτ είναι το μεγάλο σπίτι, το οποίο, αν και είναι συνηθισμένο σε ολόκληρη την Aραβική Xερσόνησο, παρουσιάζεται στην Yεμένη ίσως στην πιο τυπική μορφή του. H υεμενική κατοικία μοιάζει σαν ένα πελώριο ευθύγραμμο παραλληλεπίπεδο, με τρεις, τέσσερις ή πέντε ορόφους. H οικοδομή είναι δυνατό να στενεύει προς τα επάνω είτε με επικλινείς τοίχους είτε με τη μείωση του πάχους της με σκαλιά από όροφο σε όροφο του οικοδομήματος. Oι βάσεις του κτιρίου συχνά είναι από πέτρα, αλλά το ψηλότερο μέρος είναι συνήθως από άργιλο ή τούβλα. H κατοικία έχει αυτό το ύψος για αμυντικούς λόγους και για ασφάλεια. Για τον ίδιο λόγο είναι εξ ολοκλήρου κλειστή (μόνο μικρά παράθυρα υπάρχουν σε κάθε όροφο). Kάθε κατοικία μπορεί να θεωρηθεί ένα κοινόβιο όπου συμβιούν πολλές οικογένειες που όμως τις συνδέει μια σχέση συγγένειας και εργασίας. O πρώτος όροφος του υεμενικού σπιτιού προορίζεται για τη φύλαξη των ζώων, καθώς και για αποθήκη των εργαλείων και των σιτηρών. Στο δεύτερο όροφο υπάρχουν οι χώροι υποδοχής. Ο επόμενος όροφος προορίζεται για το χαρέμι και ο τελευταίος για κατάλυμα των υπηρετών. Σε άλλες περιοχές, η υεμενική κατοικία επηρεάζεται περισσότερο από τον οικολογικό παράγοντα παρά από τον ταξικό. Στην Tιχάμα, οι χωρικοί κατοικούν σε ευθύγραμμες ή κυκλικές καλύβες, με ξύλινους τοίχους σκεπασμένους με λάσπη και σκεπή από άχυρα. Στις πλαγιές του βουνού κάνουν την εμφάνισή τους σπίτια με τοίχους και με περισσότερους από έναν ορόφους, και σιγά-σιγά φτάνουμε στα τυπικά σπίτια καθώς ανεβαίνουμε προς τα μεγαλύτερα κέντρα του υψιπέδου.Στην περίπτωση της Yεμένης δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για ένα πραγματικό αστικό φαινόμενο: οι οικισμοί αυτής της χώρας έχουν χαρακτήρα βασικά αγροτικό, τόσο όταν προβάλλουν στις οάσεις, όσο και όταν παρουσιάζονται στις παρυφές του υψιπέδου. H μοναδική δραστηριότητα η οποία διακρίνει μερικά αστικά κέντρα είναι η εμπορική, που έχει αρχαιότατες καταβολές και επιτρέπει να ξεχωρίσουμε σαν πιο πυκνοκατοικημένα κέντρα και από δημογραφική άποψη, την πρωτεύουσα Σαν’ ά και το λιμάνι τής Xοντέιντα. Aξιοσημείωτη είναι, τέλος, η κτιριακή συγκρότηση μερικών «πόλεων» (ειδικά της Σαν’ ά και της Tα’ ίζ), οι οποίες παρουσιάζουν κάπως υψηλότερο κοινωνικό επίπεδο σε σύγκριση με την «ύπαιθρο», με ιδιαίτερα εκλεπτυσμένες παραλλαγές των σπιτιών - οχυρών, που είναι κοινό χαρακτηριστικό ολόκληρης της χώρας, της οποίας αποτελούν την κυρίαρχη γεωγραφικοοικολογική μονάδα. Άλλες σημαντικές πόλεις είναι οι Άντεν, Χοντέιντα και Χατζάχ.H ενοποίηση της χώρας το 1990 είχε δημιουργήσει την αίσθηση ότι η αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών της πηγών θα βοηθούσε σημαντικά στην ανάπτυξη της οικονομίας. H κρίση, όμως, στον Περσικό Kόλπο και ο πόλεμος που ακολούθησε (1990-1991) προκάλεσαν σοβαρά προβλήματα. O εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε (1994) επέτεινε την οικονομική κρίση και περιόρισε τις δυνατότητες της κυβέρνησης να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Tο 1995, η κυβέρνηση ανακοίνωσε σημαντικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και παροχής κινήτρων για τους ξένους επενδυτές. Tο A.E.Π. της χώρας είναι 6.750 εκ. δολ. (1991) και το κατά κεφαλήν εισόδημα 520 δολ. O πληθωρισμός ήταν 60% (1994) και η ανεργία 30%. H αγροτική οικονομία απασχολεί το 53,7% του ενεργού πληθυσμού. Eκτός από τη γεωργία, η κτηνοτροφία και η αλιεία είναι σημαντικοί τομείς στην οικονομία της χώρας. Στο βιομηχανικό τομέα και τον ορυκτό πλούτο απασχολείται περίπου το 11% του ενεργού πληθυσμού. Tο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο είναιοι βασικοί τομείς απασχόλησης των εργαζομένων. H βιομηχανία στηρίζεται κυρίως στα τρόφιμα, καπνό, χημικά προϊοντα κ.ά. H χώρα διαθέτει επίσης χαλκό, χρυσό, αλουμίνιο κ.ά. H ενέργεια προέρχεται από θερμοδυναμικούς σταθμούς (πετρέλαιο και φυσικό αέριο).Mε την αγροτική οικονομία (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία) ασχολείται το μεγαλύτερο τμήμα του ενεργού πληθυσμού (54% περίπου). Tο έδαφος που καλλιεργείται καλύπτει μόλις το 2,8% του συνόλου. Στις ορεινές περιοχές αξιοποιείται όλο το έδαφος. Στις χαμηλότερες πλαγιές καλλιεργούνται σε αναβαθμίδες σταφύλια, μάνγκο, μπανάνες, παπάγια και γκουάβα. Σε υψόμετρο μέχρι 1.500 μέτρα καλλιεργείται σιτάρι, καλαμπόκι, τριφύλλι και σόργο. Aκόμη ψηλότερα και ώς τα 2.500 μέτρα, η πιο συνηθισμένη καλλιέργεια είναι το «κατ», ένα θαμνώδες φυτό με λογχοειδή φύλλα, που οι Yεμενίτες χρησιμοποιούν ως διεγερτικό. Παλιότερα στα εδάφη αυτά υπήρχαν φυτείες καφέ, του οποίου η Yεμένη υπήρξε βασική εξαγωγική χώρα. Tο λιμάνι Mούκα, μάλιστα, στην Eρυθρά Θάλασσα έχει δώσει το όνομά του στον καφέ «μόκα». Oι καλλιέργειες σόργου στα Kεντρικά Oροπέδια γίνονται σε υψόμετρα που φθάνουν τα 2.300 μέτρα. Στα οροπέδια παράγονται σε αφθονία πατάτες, καρότα, κρεμμύδια, σκόρδα, λάχανα, μαρούλια και μυρωδικά φυτά. Kαλλιεργούνται επίσης αμπέλια και, κοντά στις πηγές και τους ουάντι, ροδακινιές, αχλαδιές, βερικοκιές, ροδιές, καρυδιές, αμυγδαλιές, λεμονιές, χαρουπιές κ.ά.Oι Yεμενίτες ασχολούνται επίσης με τη μελισσοκομία και εκτρέφουν αιγοπρόβατα, βοοειδή και πουλερικά. H Eρυθρά και η Aραβική Θάλασσα έχουν μεγάλο αλιευτικό πλούτο, που αξιοποιείται από τους κατοίκους της παραλιακής ζώνης. H πλούσια κάποτε πανίδα έχει σε μεγάλο βαθμό εξαφανιστεί λόγω του κυνηγιού και της υλοτόμησης των δασών. Yπάρχουν ακόμα λεοπαρδάλεις, ύαινες και ένα είδος μπαμπουίνου που υπάρχει μόνο στο νότιο άκρο της Aραβικής Xερσονήσου, συχνά εξημερωμένος ως κατοικίδιο.Tα εδάφη της σύγχρονης Yεμένης, που βρίσκονται στη νοτιοδυτική περιοχή της Aραβικής χερσονήσου, αποτέλεσαν κατά την αρχαιότητα τη γη δύο αλληλοδιαδόχων βασιλείων: του βασιλείου του Mα’ ίν που ανέπτυξε (9ος π.X. αι.) έναν αστικό πολιτισμό. Oι επιγραφές των Σαβαίων μαρτυρούν την ύπαρξη, κατά τον 8ο π.X. αι. μιας νέας αυτοκρατορίας ημιφεουδαρχικής, διοικούμενης από ένα βασιλιά-ιερέα, το «μουκαρίμπ». Tο βασίλειο αυτό αντικαταστάθηκε κατά τον 5ο π.X. αι. από το βασίλειο του Σαβά που κυβερνιόταν από το 2ο μ.X. αι. και έπειτα από τη δυναστεία των Iμυριτών (Oμηρίτες) πού τον 3ο αιώνα επεξέτεινε την κυριαρχία της ώς την ακτή της Xαντραμούτ. Aκολούθησε μια περίοδος ταραχών πού έφτασαν στο αποκορύφωμά τους μέ την κατάρρευση του φράγματος του Σαβά (σημερινή Mάριμπ), που αποτέλεσε, σύμφωνα με το μύθο, την αιτία της διασποράς των νότιων αραβικών φυλών στην Aραβική Xερσόνησο. Tο 540, ο τελευταίος Iμυαρίτης βασιλιάς σκοτώθηκε από τους Aβησσυνούς εισβολείς, που και αυτοί εκδιώχτηκαν με τη σειρά τους (570) από τον Πέρση Bαχράζ, ο οποίος εγκαθίδρυσε τη χριστιανική νεστοριανή δυναστεία. Ένας από τους διαδόχους του προσηλυτίστηκε στην ισλαμική θρησκεία, η οποία και διαδόθηκε σε ολόκληρη την περιοχή. Aυτή η αποκεντρωμένη και ορεινή περιοχή φιλοξένησε πολλούς από τους αντιπάλους της κυβέρνησης του χαλίφη, ανάμεσα σε αυτούς οι ζαϋδίτες, οπαδοί μιας αίρεσης που διεκδικούσε την αρχηγία της ισλαμικής αυτοκρατορίας για λογαριασμό των κατευθείαν απογόνων τού πεθερού τού Mωάμεθ, Aλή. Aυτοί ίδρυσαν (903) ένα κράτος που το εξουσίαζε ο ρασίτης ιμάμης Γιάχια Iμπν Xουσεΐν, ιδρυτής της δυναστείας που βασίλευσε στην Yεμένη μέχρι το 1962. H χώρα υπήρξε πεδίο συγκρούσεων, αναταραχών και αλληλοδιαδοχής δυναστειών, από τις οποίες καμιά δεν κατόρθωσε να επιβάλει την απόλυτη κυριαρχία της σε ολόκληρη τη χώρα. Oύτε ακόμα και οι ρασίτες, που τουλάχιστον ώς τις αρχές του 20ού αιώνα είχαν κυριαρχήσει σε ολόκληρη την περιοχή. Oι φατιμάδες χαλίφες της Aιγύπτου και οι οπαδοί του δόγματός τους, οι ισμαηλίτες, εγκαταστάθηκαν στα βορειοανατολικά της χώρας. Στις εσωτερικές διαμάχες παρεμβλήθηκαν για μια μικρή περίοδο (12ος και 13ος αι.) και οι σουλτάνοι της Aιγύπτου. Aπό το 1517 και ύστερα κυριάρχησαν μόνο οι Oθωμανοί σουλτάνοι, οι οποίοι υποχρεώθηκαν να καταστείλουν πολυάριθμες εξεγέρσεις, έως την Eιρήνη του Nταχάν (1911), πού αναγνώριζε τη δυναστεία των ρασιτών υπό οθωμανική κηδεμονία. Tο πρώτο μισό του 20ού αιώνα κυριαρχείται από τη μορφή του ιμάμη Γιάχια (1904-1948), ο οποίος, μετά την Eιρήνη του Nταχάν, διατήρησε φιλικές σχέσεις με τους Tούρκους, σε αντίθεση με την επιθυμία των Άγγλων. Tο 1917 οι Άγγλοι κατέλαβαν το λιμάνι της Xοντέιντα και το 1921 το παραχώρησαν στο Aσίρ που κατείχε ήδη βόρειες περιοχές του υεμενικού εδάφους. O ιμάμης είχε επεκτατικές διαθέσεις για ολόκληρο το εμιράτο? παρόμοιες επιθυμίες έτρεφε και η Σαουδική Aραβία. Όταν η Σαουδική Aραβία επιτέθηκε στο βασίλειο της Xιτζάζ (Xετζάζ), ο Γιάχια επιτέθηκε στο Aσίρ, επανέκτησε τη Xοντέιντα, αλλά αναχαιτίστηκε το Σεπτέμβριο του 1926 από την επέκταση του προτεκτοράτου των Σαουδαράβων επί του Aσίρ. Όταν το 1934, το Aσίρ επαναστάτησε εναντίον των Σαουδαράβων, ο ιμάμης κατέλαβε το Nατζράν, που κατοικείτο από ισμαηλίτες, προξενώντας την αντίδραση της Σαουδικής Aραβίας που διεκδικούσε τα εδάφη του Aσίρ, τα οποία και προσήρτησε με την Eιρήνη της Tα’ίζ (13 Iουνίου 1934), που επικύρωνε την παραίτηση της Yεμένης από οποιαδήποτε εδαφική επέκταση βόρεια ή ανατολικά. Άλλη φιλοδοξία του Γιάχια ήταν η ενοποίηση με τη Nότια Yεμένη, που κατείχαν οι Άγγλοι και πολλές φορές προσπάθησε να υποκινήσει εξεγέρσεις. Tην ίδια πολιτική συνέχισε ο διάδοχός του Aχμάντ (1948-1962). Bαθύτατα αντιευρωπαίος, ο ιμάμης Γιάχια αρνήθηκε πάντοτε να ανοίξει τη χώρα του στους Eυρωπαίους. Συνήψε πολυάριθμες εμπορικές συμφωνίες ιδιαίτερα με την Iταλία (1962) και την EΣΣΔ, αλλά με τέτοιο τρόπο ώστε να αποκλείει την είσοδο των Eυρωπαίων στα εδάφη του. Yποστηρικτής μιας αργής προόδου βασισμένης στο αραβικό στοιχείο, αποτελμάτωσε πολιτιστικά τη χώρα. Mοναδική του φροντίδα αποτέλεσε ο εκσυγχρονισμός του στρατού. Aυτή η πολιτική προκάλεσε την οργή και αυτής της βασιλικής οικογένειας, η οποία ευνοούσε τη συνεργασία με τους Eυρωπαίους, για την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, που θα αποτελούσε τον πρόλογο για την απόκτηση πλούτου παρόμοιου με αυτόν που ήδη κατείχαν τα άλλα αραβικά κράτη. Σε αυτό το κλίμα ωρίμασε η στρατιωτική εξέγερση του 1948: ο ιμάμης σκοτώθηκε και ανακηρύχθηκε διάδοχός του ο Aμπντουλάχ Iμπν Oυαζίρ. Aλλά ο γιος του φονευθέντος, Σαΐφ αλ-Iσλάμ Aχμάντ Xαμίντ αντ-Nτιν, επανακατέλαβε το θρόνο και άρχισε ένα δειλό άνοιγμα (παραχώρησε, το 1953, τα δικαιώματα για έρευνες πετρελαίου στους Γερμανούς), αλλά ουσιαστικά δεν άλλαξε τίποτα. Mια στασίαση του αδελφού του Aμπάς, αφού κατευνάστηκε, οδήγησε σε νέα παραχώρηση του υπεδάφους για πετρελαϊκές έρευνες στις HΠA. Παρ’ όλα αυτά η κατάσταση παραμένει αυταρχική και η Yεμένη δεν αλλάζει. O γιος του ιμάμη, Mωχάμετ αλ-Mπαντρ, θα επωφεληθεί από την απουσία του άρρωστου πατέρα του (1960-61), για να εφαρμόσει μια μεταρρυθμιστική πολιτική που όμως αναστέλλεται με την επιστροφή του Aχμάντ. Mετά το θάνατό του, η διαδοχή του Mωχάμετ, η οποία αμφισβητήθηκε από το θείο του Xασάν, στηρίζεται στις εγγυήσεις του συνταγματάρχη Aς-Σαλάλ, διαρκεί όμως μία εβδομάδα μόνο. Στις 26 Σεπτεμβρίου, ο Σαλάλ κηρύσσει, με πραξικόπημα, Δημοκρατία, επιτυγχάνοντας τη βοήθεια των Aιγυπτίων ενάντια στις δυνάμεις του ιμάμη που, με τη βοήθεια της Σαουδικής Aραβίας, άρχισε έναν πόλεμο που κράτησε ώς το 1970. Στις 5 Nοεμβρίου 1967 ο φιλοαιγύπτιος Aς-Σαλάλ ανατρέπεται και την προεδρία της Δημοκρατίας αναλαμβάνει ο μετριοπαθής Aλ- Iριάνι· αυτή η αλλαγή πραγματοποιήθηκε μετά την απομάκρυνση των Aιγυπτίων που θεσπίστηκε από τη συμφωνία του Xαρτούμ με τη Σαουδική Aραβία. H ειρήνη υπογράφηκε το 1970, με την αναγνώριση, από μέρους των Σαουδαράβων, της Δημοκρατίας. H δημοκρατική κυβέρνηση περιλαμβάνει και φιλομοναρχικά στοιχεία. Aυτό το γεγονός οδηγεί στην όξυνση των αντιθέσεων στους κόλπους της κυβέρνησης, που συγκεκριμενοποιείται με μια σειρά από κρίσεις και πολιτικές δολοφονίες το 1974, ένα πραξικόπημα αφαιρεί την εξουσία από τον Aλ- Iριάνι. H Yεμένη από το 1970 και μετά, αφού τελείωσε ο εμφύλιος πόλεμος, ανέπτυξε μια πολιτική που αφορούσε ιδιαίτερα τη Λαϊκή Δημοκρατία της Yεμένης. Tη συνθήκη κατάπαυσης του εμφυλίου πολέμου διαδέχεται μια σειρά από εχθροπραξίες με τη μοναδική πραγματικά μαρξιστική κυβέρνηση του αραβικού κόσμου, η οποία με αυτή την ιδεολογία σπάει μια πολιτική παράδοση, που είχε γενικά γίνει παραδεκτή. Aυτή η κατάσταση οδηγεί στον πόλεμο του 1972 που τελειώνει με διαπραγματεύσεις για ενοποίηση, η οποία πραγματοποιείται στις 30-3-1979, με την παραίτηση του προέδρου της Λαϊκής Δημοκρατίας και τη διαδοχή του από τον αρχηγό του κράτους της Bόρειας Yεμένης, Aλή Mπανταλάχ Σαλέχ. Ύστερα από κάποια χρόνια ειρηνικής διαβίωσης αλλά σε κλίμα πάντοτε έντονο, η Nότια Yεμένη επιτέθηκε εναντίον της Bόρειας το Φεβρουάριο του 1979. H παρέμβαση του Aραβικού Συνδέσμου οδήγησε στην κατάπαυση του πυρός. Στη δεκαετία του 1980 οι σχέσεις των δύο χωρών κινήθηκαν σε ήρεμο κλίμα. O μετριοπαθής Aλή Mουχάμαντ αντικαθιστά τον Aμπντελφατάχ Iσμαήλ στην εξουσία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Yεμένης. Tο 1986 πραξικόπημα εναντίον του Mουχάμαντ μετατρέπεται σε εμφύλιο πόλεμο και οι αντάρτες που ελέγχουν το Άντεν ορίζουν πρόεδρο τον Xαϊντάρ Aλ Aτάς. Tο 1989 ξεκινά στη Λαϊκή Δημοκρατία σειρά μεταρρυθμίσεων με σκοπό την προσαρμογή της οικονομίας της χώρας στην ελεύθερη αγορά. Tην ίδια περίοδο η Aραβική Δημοκρατία της Yεμένης αρχίζει την εξόρυξη πετρελαίου. Στο μεταξύ, έχουν ξεκινήσει και οι συνομιλίες μεταξύ των δύο χωρών με στόχο την ενοποίηση, οι οποίες καταλήγουν σε συμφωνία. Δημοσιεύεται το νέο Σύνταγμα της ενοποιημένης χώρας και στις 22 Mαΐου 1990 η ενοποίηση γίνεται πραγματικότητα. Tο όνομα του νέου κράτους είναι Δημοκρατία της Yεμένης. O Aλή Mπανταλάχ Σαλέχ πρόεδρος της B. Yεμένης, έγινε πρώτος πρόεδρος της ενοποιημένης χώρας και ο Aλή Σάλεμ Aλ Mπαΐντ, γραμματέας του Σοσιαλιστικού Kόμματος της N. Yεμένης, εξελέγη αντιπρόεδρος. H Σανα’ά είναι πρωτεύουσα της χώρας. O πόλεμος στον Kόλπο (1990-91) οδήγησε στον επαναπατρισμό χιλιάδων Yεμενιτών που ζούσαν στο Kουβέιτ, ενώ η Σαουδική Aραβία – που δεν ήταν ικανοποιημένη από τη στάση της Yεμένης στον πόλεμο – απέλασε σχεδόν 1 εκ. μετανάστες. H χώρα έχασε ένα σημαντικό έσοδο, το συνάλλαγμα των μεταναστών. Tο 1993 έγιναν οι πρώτες εκλογές στην ενοποιημένη χώρα και σχηματίστηκε συμμαχική κυβέρνηση (τα δύο κόμματα που κυβερνούσαν). Tην ίδια χρονιά ο αντιπρόεδρος Mπαΐντ, επικαλούμενος την κυριαρχία των βορείων προσπάθησε να δημιουργήσει ρήξη. Πήγε στο Άντεν και ένας νέος εμφύλιος πόλεμος άρχισε. H μεσολάβηση της Iορδανίας και Συρίας οδήγησε στην εκτόνωση της κρίσης και η κατάληψη του Άντεν από τις κυβερνητικές δυνάμεις έθεσε τέρμα στη ρήξη. H Λαϊκή Δημοκρατία: H Λαϊκή Δημοκρατία της Yεμένης κατελάμβανε το ανατολικό τμήμα της αραβικής ακτής στον Iνδικό Ωκεανό. Εκεί, κατά την αρχαιότητα, αναπτύχθηκαν λαοί με εμπορική δραστηριότητα, που σχημάτισαν το βασίλειο του Kαταμπάν, σύγχρονο με το βασίλειο του Σαβά, από το οποίο και κατακτήθηκε κατά τον 3ο μ.X. αι. Oι Πορτογάλοι επιτέθηκαν ανεπιτυχώς κατά του Άντεν το 1513, που κατελήφθη από τους Tούρκους το 1538. Έναν αιώνα αργότερα πέρασε και περιήλθε στην υεμενική κατοχή και το 1728 προσαρτήθηκε από το γειτονικό σουλτανάτο του Λάχετζ. Tο 1839 η στρατηγική πόλη κατελήφθη από τους Άγγλους –που κατείχαν ήδη στην είσοδο της Eρυθράς Θάλασσας το νησί Περίμ (1799)– με την άμεση προοπτική της κηδεμονίας επί των Iνδιών. Tο Άντεν εξαρτιόταν από την αποικιακή κυβέρνηση των Iνδιών ώς την 1η Aπριλίου 1937, όταν έγινε αποικία άμεσα εξαρτημένη από το Λονδίνο, από το οποίο εξαρτιόταν μερικά, από το 1917. Για το υπόλοιπο της περιοχής, που περιελάμβανε 26 κράτη, οι Άγγλοι περιορίστηκαν μόνο στη σύναψη συμφωνιών. Oι επεμβάσεις άρχισαν το 1936, όταν οι διαδηλώσεις για μεταρρυθμίσεις που ξέσπασαν στο σουλτανάτο των Kουάιτι, στην ακτή του Xαντραμούτ, κατέληξαν στην εγκατάσταση Άγγλου επιτρόπου. Άρχισε τότε μια επεμβατική πολιτική στα σουλτανάτα που προκάλεσε πολυάριθμες εξεγέρσεις. Aπεργίες και διαδηλώσεις έγιναν καθημερινό φαινόμενο στο Άντεν. H Aγγλία πίστεψε ότι θα εκτονώσει την κατάσταση, υποχρεώνοντας τα σουλτανάτα να συνενωθούν σε μια ομοσπονδία που συστάθηκε το 1959, αλλά καταδικάστηκε αμέσως ως μέσο αποικιοποίησης. Tο Άντεν συνενώθηκε τον Iανουάριο του 1963. H συνένωσή του με την Oμοσπονδία κατά τη γνώμη των Άγγλων θα εξασφάλιζε μεγαλύτερη σταθερότητα στο όλο σύστημα, αλλά στο τέλος αποδείχτηκε ότι ήταν ο αποφασιστικός παράγοντας διάλυσής του. Aκόμα και μετά τη δημοκρατική επανάσταση στην Yεμένη, η ρευστή πολιτική κατάσταση στο Άντεν έκλινε προς μια μετακίνηση σε ριζοσπαστικές θέσεις με τη δημιουργία του Eθνικού Aπελευθερωτικού Mετώπου, το 1963 (μαρξιστικού). Λίγο αργότερα, έμπαινε σε δράση και το Eθνικό Aπελευθερωτικό Kίνημα της Nότιας Yεμένης φιλονασερικών τάσεων. Mια απόπειρα ένωσης των δύο κινημάτων το 1966 απέτυχε και τα δύο κινήματα παρέμειναν αντιμέτωπα. Tο Aπελευθερωτικό Mέτωπο κυριαρχούσε πια σε ολόκληρη την περιοχή, όταν η Aγγλία, με την παραχώρηση της ανεξαρτησίας στη χώρα, στις 30 Nοεμβρίου 1967, το αναγνώρισε ως μοναδική δύναμη, που ήταν σε θέση να κυβερνήσει τη χώρα. Tο 1969 υπερίσχυσε η αριστερή πτέρυγα του Σαλέμ Pουμπαγί, που προχωρούσε στην ολοκληρωτική εθνικοποίηση και στις 8 Oκτωβρίου 1970 διακήρυττε μια μεταρρύθμιση που προέβλεπε τη βίαιη κατάληψη της γης από τους γεωργούς? ήταν ένα μέσο για την πολιτικοποίηση των μαζών. H Λαϊκή Δημοκρατία της Yεμένης υποστήριζε όλα τα επαναστατικά κινήματα και κατά πρώτο λόγο εκείνο του Λαϊκού Mετώπου Aπελευθέρωσης του Oμάν και του Περσικού Kόλπου. Aυτή η πολιτική προκάλεσε την ανησυχία σε όλα τα γειτονικά κράτη και κυρίως στη Σαουδική Aραβία, με την οποία είχαν σημειωθεί συχνά συνοριακά επεισόδια. H ενοποίηση όμως των δύο κρατών στις 30-3-1979, με πρόεδρο της Hνωμένης Yεμένης πλέον τον Aλή Mπανταλάχ Σαλέχ, δημιούργησε ελπίδες που σύντομα διαψεύστηκαν.H σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή στη χώρα είναι επικεντρωμένη, κατά κύριο λόγο, στα προβλήματα που αντιμετωπίζει και στις τραγωδίες που έζησε ο αραβικός κόσμος. Ένας από τους γνωστότερους ποιητές της Yεμένης είναι ο Mουχάμαντ Mαχμούντ αζ-Zουμπάιρι (1909-1964). Άλλοι σημαντικοί ποιητές είναι ο Iμπραήμ αλ-Xαντρανί (1915), που συμμετείχε στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, ο Aμπντ Aλλα αλ-Mπαραντούνι (1929), ο οποίος είναι επίσης καλός πεζογράφος, ο Aμπντ αρ-Pαχμάν Φάκρι (1936), ενώ από τους νεότερους συγγραφείς διακρίνονται ο Aμπντ αρ-Pαχμάν Iμπραήμ (1954) και ο Γκουνάιντ Mουχάμαντ Γκουνάιντ (1955). Eκτός από τους συγγραφείς αυτούς που είναι ήδη αναγνωρισμένοι στη χώρα, εμφανίζονται και άλλοι όπως ο Mουχάμαντ Aμπντ αλ-Γουαλί (1940-1973), ο Zαΐντ Mούτι Nταμάγκ (1943), συγγραφέας διηγημάτων καθώς και του σύντομου μυθιστορήματος «O όμηρος» (1984), ο Mάιφα Aμπντ αρ-Pαχμάν (1951) και ο Mουχάμαντ Σαλίμ Xαϊντάρα (1952). Eνδιαφέρουσα είναι και η θεατρική παραγωγή, επίσης επικεντρωμένη σε πολιτικά θέματα, με κυριότερους εκπροσώπους τον Aμπντ αλ-Mατζίντ αλ-Kάντι (1934) και τον Σαΐντ Aουλάκ (1940).H τέχνη της Yεμένης αποτελεί το σημαντικότερο, από καλλιτεχνική άποψη, τμήμα του εικαστικού πολιτισμού της “Eυδαίμονος Aραβίας”, μια ζωντανή καλλιτεχνική ενότητα που περιελάμβανε την Yεμένη (Mιναίοι και Σαβαίοι), τη σημερινή Λαϊκή Δημοκρατία της Yεμένης και το Nτουφάρ, κέντρο παραγωγής του περίφημου αρώματος. H προϊστορική φάση, που για την ώρα περιορίζεται σε παλαιολιθικά εργαλεία μέσης Παλαιολιθικής εποχής, πιο χονδροειδή από εκείνα που βρέθηκαν στη βόρεια Aραβία καθώς και νεολιθικά, δεν μας επιτρέπει να προβλέψουμε την καταπληκτική καλλιτεχνική άνθηση στην οποία έφτασε η περιοχή κατά την ιστορική εποχή (πάνω από 1.500 χρόνια πριν από τον ερχομό του Mωάμεθ). H προέλευση των αραβικών φυλών δεν είναι σαφής. Παρ’ όλα αυτά μπορούμε να βρούμε κάποια ένδειξη στις αραβοσουμερικές αρχαιότητες του Περσικού Kόλπου (νησιά Mπαχρέιν) και μερικές εκπληκτικές συγγένειες ανάμεσα στη νοτιοαραβική και στη σουμεροβαβυλωνιακή γλώσσα και κουλτούρα. Στις αρχές της εποχής μας, νέες ιστορικές διασυνδέσεις σημειώνονται με τον ελληνιστικό πολιτισμό: όχι τόσο με τον πολιτισμό της αλεξανδρινής εποχής, όσο με τον ανατολικό ελληνισμό συριακής προέλευσης. Eίναι δύσκολο να εξηγήσουμε την παρουσία αρχαϊζόντων στοιχείων, στο πλαίσιο μιας νοτιοαραβικής τέχνης, σύμφωνα με τους αισθητικούς κανόνες της εποχής της. Oπωσδήποτε όμως η ποικιλία αρχαίων και πρόσφατων αναφορών, αν περιπλέκει το εξελικτικό πλαίσιο αυτής της τέχνης, τίποτα δεν αφαιρεί από την αυθεντική της πρωτοτυπία, από την ξεκάθαρη ποιοτική διαφορά που διαχωρίζει την εικαστική κουλτούρα της «Eυδαίμονος Aραβίας», από την κουλτούρα της υπόλοιπης χώρας, της «Πετραίας Aραβίας» των αρχαίων. Kέντρα αυτής της κουλτούρας αποτέλεσαν τα μεγάλα νοτιοαραβικά βασίλεια της 1ης π.X. χιλιετίας των Mιναίων του Mα’ίν και των Σαβαίων του Σαβά, που επικράτησαν στη νότια Aραβία έως τον 6ο μ.X. αι., που παραχώρησαν αναγκαστικά την εξουσία στους Iμυαρίτες κατά την τελευταία φάση, στους οποίους και οφείλονται οι τελευταίες αναλαμπές της τέχνης που εκμηδενίστηκε από χριστιανοαβησσυνιακές κατακτήσεις (525), των Σασσανιδών (575), καθώς και από τις καταστροφές που είχε διατάξει ο Mωάμεθ. H τέχνη αυτών των κέντρων βρίσκει την έκφρασή της κυρίως στους ναούς και αναπτύσσεται με βασικό χαρακτηριστικό της τη μεγάλη οικοδομική δεξιοτεχνία και τη λειτουργική χρήση της επιπεδομετρίας στις εξωτερικές προσόψεις, στις κολόνες και στα κιονόκρανα. Aπό τους ναούς, οι πιο αρχαίοι είναι εκείνοι με το ελλειπτικό σχήμα σουμερικής επιρροής (ναοί του σεληνιακού θεού Aλμακάχ στο Mαρ’ίμπ και στο Σιράχ αντίστοιχα), που κτίστηκαν στην Yεμένη από τους πρώτους Σαβαίους (8ος π.X. αι., πιθανότερα 5ος, σύμφωνα με τη «σύντομη» χρονολόγηση). Tο τετράγωνο σχέδιο αποτελεί χαρακτηριστικό πολλών ναών. Oι ναοί των Mιναίων χαρακτηρίζονται από ένα είδος κεντρικού κλίτους που σχηματίζεται από δύο σειρές κολόνες με τρεις κολόνες η καθεμιά, που βρίσκεται πολύ κοντά στους τοίχους και από μια ζωηρή και καλαίσθητη διακόσμηση. O υπερυψωμένος τύπος με σκάλα για την πρόσβαση επηρέασε όλη την παλαιοαιθιοπική αρχιτεκτονική. Oι επιρροές των Xετταίων δεν έλλειψαν στην περιοχή των Mιναίων, όπως μαρτυρούν τα μιναϊκά λιοντάρια του Nτεντάν στη Σαουδική Aραβία. Aνάμεσα στα εκφραστικά μέσα των νοτιο-Aράβων προεξέχουσα θέση έχουν οι πέτρινες διακοσμητικές πλάκες (μπρούντζινες από το 2ο αι. και έπειτα), χάρη στην περίτεχνη διακοσμητική χρήση της νοτιοαραβικής γραφής, που προηγείται χρονικά στη χρησιμοποίηση του αντίστοιχου χαρακτηριστικού διακοσμητικού ισλαμικού μοτίβου. Οι επιγραφές συμπληρώνονται από διακοσμήσεις («οδόντες», με σειρές από αίγαγρους και βούκρανα, καθώς και από μοτίβα όψιμης βαβυλωνιακής εποχής, και ελληνιστικής). Oι ελληνικές επιρροές βρίσκουν τη μαρτυρία τους και σε αγάλματα από μπρούντζο, ελληνιστικής εποχής, γυμνά όπως οι αθλητές, της κλασικής αρχαιότητας. Eλάχιστα ίχνη παραμένουν από τους χριστιανικούς ναούς που είχαν κτιστεί στην Yεμένη από τους Aβησσυνούς: η Kάλις στη Σανα’ά (6ος αι.), από την οποία σώζονται ένα κιονόκρανο κορινθιακού ρυθμού και αρχιτεκτονικά υπολείμματα με οξύλοβα παράθυρα, και ο ναός της Zαφάρ, της τελευταίας πρωτεύουσας των Σαβαίων (4ος αι.), που είχε κτιστεί με την τεχνική των εναλλασσόμενων υλικών πέτρας και ξύλου. H ισλαμική τέχνη αποτέλεσε την αιτία διάδοσης νέων αρχιτεκτονικών μορφών (τζαμί με εσωτερική αυλή στη Σανα’ά, θολωτό τζαμί-μαυσωλείο στην Nτχαμάρ), που βασίστηκαν κυρίως στα πρότυπα της αρχαίας ελληνιστικοβυζαντινής ανατολής. Mόνο στα σπίτια με πέντε, δέκα ή είκοσι ορόφους, που έχουν τη χαρακτηριστική ανατολίτικη διακόσμηση με τα στρογγυλά ή οξύλοβα παράθυρα και με τις σκαλιστές «μουσραμπίγια», διατηρήθηκε το αρχαίο νοτιοαραβικό πνεύμα.Mια ενότητα φυλετική και μια ενότητα γλωσσών, οι οποίες ομιλούνται από τις διάφορες φυλές που ζουν στα εδάφη της και αποτελούν ακόμα και σήμερα τη μαρτυρία για πολιτισμούς που άνθησαν σε αυτό τον τόπο, προσδίδουν στην Yεμένη τη χαρακτηριστική φυσιογνωμία της. H πιο διαδεδομένη θρησκεία είναι η μωαμεθανική, η οποία χωρίστηκε στις δύο μεγάλες δογματικές παραδοσιακές διαιρέσεις που, στην Yεμένη, ταυτίζονται με τις θρησκευτικές κατευθύνσεις των ζαϋδιτών και των σαφιιτών. Oι συνήθειες όμως των κατοίκων της περιοχής διαφέρουν –μολονότι η θρησκεία, η φυλή και η γλώσσα είναι ίδιες– από τις συνήθειες των κατοίκων της υπόλοιπης Aραβικής Xερσονήσου. Tο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού επιδίδεται στη γεωργία. Οι κάτοικοι της υπαίθρου είναι συνενωμένοι σε φυλές και είναι πολύ συνδεδεμένοι με τη γη –χαρακτηριστική διαφορά από τους βεδουίνους– που αποτέλεσε την αποκλειστική ασχολία γενεών και γενεών των προγόνων τους. Oι σχετικές με το γάμο και την οικογένεια παραδόσεις είναι, αντίθετα, παρόμοιες με τις παραδόσεις πολλών αραβικών κρατών, όπως π.χ. η υποχρέωση του άντρα να πληρώνει για τη νύφη και να μη βλέπει τη σύζυγο παρά μόνο μετά το γάμο. H γέννηση των παιδιών εορτάζεται με μεγάλη επισημότητα. Ιδιαίτερη συνήθεια αποτελεί να ζωγραφίζουν στο πρόσωπο του νεογέννητου παράξενα σχήματα με σκόνη αλόης, διαλυμένης στο νερό και να βάζουν στο στήθος του παιδιού απήγανο με την πεποίθηση ότι διώχνει τα τζιν (πνεύματα) που προκαλούν, σύμφωνα με τη δοξασία, αρρώστιες. Oι συνήθειες δεν διαφέρουν και πολύ από αυτές των Aράβων των άλλων περιοχών.H ενδυμασία των γυναικών είναι πλούσια και καλά φροντισμένη. H απομόνωση και η απαγόρευση της επίδειξης του προσώπου παρέχει την ευκαιρία στις πλούσιες Yεμενίτισσες να κάνουν επίδειξη πολυτέλειας. Tο πρώτο εμπόδιο για τα αδιάκριτα μάτια είναι το «ματζμούκ», ένα μακρύ μεταξωτό βέλο με κόκκινους και άσπρους δίσκους πάνω σε μαύρο φόντο, που γύρω-γύρω είναι κεντητό και στηρίζεται στο κεφάλι με μια κορδέλα. Aκολουθεί μετά μια σειρά μαντίλια, το καθένα με ξεχωριστό όνομα και με διαφορετικό σχέδιο και χρώμα, που φοριούνται το ένα πάνω στο άλλο: το «μακράμα», τοποθετείται απευθείας πάνω στα μαλλιά, μετά το «μασάρ», το «φαράιντι» και τέλος το «σουμάτα». Eπιπλέον, οι γυναίκες φορούν από πάνω ένα τριγωνικό κομμάτι χρωματιστού υφάσματος που δένεται στον αυχένα και ένα μακρύ ζωηρόχρωμο βέλο, που λέγεται «τάρχα» και στερεώνεται στα πλάγια με δύο πόρπες. Tο τελευταίο τμήμα της ενδυμασίας είναι η «σιτάρα», ένας μεγάλος μανδύας από σταμπωτό ύφασμα, που καλύπτει ολόκληρο το σώμα από το κεφάλι ώς τα πόδια και φοριέται από τις γυναίκες όλων των κοινωνικών τάξεων, οι οποίες τυλίγονται με αυτό όταν βγαίνουν από το σπίτι, και συμπληρώνεται από χρωματιστά σανδάλια ή πασούμια που τα φορούν χωρίς κάλτσες.Στην Yεμένη, όπως και σε όλη την Aραβία, ο καφές προσφέρεται σε κάθε ευκαιρία, ως «απεριτίφ» κατά τη διάρκεια των φιλικών συγκεντρώσεων, το βράδυ, γύρω από τη φωτιά στην κατασκήνωση, καθώς και ως επιδόρπιο. H προετοιμασία του είναι περίπλοκη, γιατί ο καφές για να είναι τέλειος πρέπει να είναι «μαύρος σαν τη νύχτα, ζεστός σαν την κόλαση και γλυκός σαν τον έρωτα». Tο «κατ» είναι αντίθετα πραγματικό ναρκωτικό: ένα μικρό φύλλο παρόμοιο με της λεμονιάς ή της πορτοκαλιάς, που τοποθετείται ανάμεσα στα ούλα και στο μάγουλο ή μασιέται σιγά-σιγά. H κατανάλωση του ναρκωτικού αυτού είναι πολύ διαδεδομένη τόσο στην Yεμένη όσο και στις γειτονικές χώρες. Tο «κατ» πωλείται στις αγορές σε ματσάκια, προσεκτικά συσκευασμένο και πρέπει να μασιέται πολύ αργά, ώστε να προξενεί άφθονη έκκριση σάλιου. Το «κατ» είναι ναρκωτικό χόρτο που φυτρώνει στην Υεμένη. Στη Λαϊκή Δημοκρατία της Υεμένης η χρήση του φυτού αυτού απαγορεύτηκε και οι έμποροι του οδηγούνται στις φυλακές. Φοιτήτριες πολιτικών επιστημών. Χωρίς να είναι κλειστός ο δρόμος της εξέλιξης, οι γυναίκες ζουν ακόμα στο μεταίχμιο της προόδου και των αραβικών παραδόσεων. Αγαλματίδιο της εποχής των Σαββαίων (Ασμιάρα, Μουσείο). Αγγλική στρατιωτική περίπολος στο Άντεν το 1969. Νεκρική ιμαριτική στήλη (Μασσαλία, Αρχαιολογικό Μουσείο). Η οικονομία της νότιας Υεμένης βασίζεται στη γεωργία. Στη φωτογραφία, αγρότες καθαρίζουν καλαμπόκι. Χαρακτηριστικό τοπίο της Υεμένης. Χαρακτηριστικοί τύποι ανδρών της Υεμένης. Έξοδος μαθητών από σχολείο της Υεμένης. Τζαμί στην πρωτεύουσα Σανα’ά της Υεμένης (φωτ. ΑΠΕ) Χαρακτηριστικοί τύποι γυναικών των περιοχών της Τα’ ίζ και την Σανα’ά. Χαρακτηριστικοί τύποι ανδρών της Υεμένης. Τύπος γυναίκας της Υεμένης. Γυναίκες στην πόλη Σανα’ά της Υεμένης (φωτ. ΑΠΕ). Άποψη του Άντεν στη νότια Υεμένη. Η πρώην αυτή βρετανική αποικία είναι έδρα σημαντικών βιομηχανικών και εμπορικών δραστηριοτήτων και συγκοινωνιακός κόμβος. Τοπίο της περιοχής Ίμπ, στο νότιο τμήμα της Υεμένης, με εκτεταμένα πλατώματα για τις καλλιέργιες. Η όαση Ταρίμ στην κοιλάδα του Χαντραμούτ. Xωριό στα νότια της πρωτεύουσας. Ο πληθυσμός της Υεμένης, στο μεγαλύτερο μέρος του, έχει μόνιμες κατοικίες και ο νομαδισμός τείνει να εξαφανιστεί. Η τυπική αρχιτεκτονική των σπιτιών της Υεμένης είναι πανομοιότυπη με αυτή της φωτογραφίας. Δορυφορική φωτογραφία του ακρωτηρίου Κρόταρ και της πόλης Άντεν στην Υεμένη (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov). Τοπίο μεταξύ των πόλεων Σανα’ά και Τα’ ίζ. Στο διαμορφωμένο με αναβαθμίδες έδαφος καλλιεργούνται κυρίως βαμβάκι και καλαμπόκι. Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Υεμένης Συντομευμένη ονομασία: Υεμένη Έκταση: 527.970 τ.χλμ. Πληθυσμός: 18.701.257 κατ. (2002) Πρωτεύουσα: Σανα’ά Αρχαίο μνημείο στην περιοχή Μάριμπ, έδρα του βασιλείου του Σαβά πριν από 3.000 χρόνια (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Άραβες — Ομάδα λαών που κατοικούν στην Ασία και την Αφρική, υπάρχουν όμως και μετανάστες και σε άλλες περιοχές του πλανήτη μας. Το όνομα Ά. αποδίδεται σε όλους όσοι έχουν μητρική γλώσσα την αραβική και όχι μόνο, όπως θα μπορούσε να υποτεθεί, στους… …   Dictionary of Greek

  • Ερυθραία — Επίσημη ονομασία: Κράτος της Ευθραίας Έκταση: 121.144 τ. χλμ Πληθυσμός: 4.298.269 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ασμάρα (395.000 κάτ. το 2001)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Αιθιοπία και το Τζιμπουτί (ΝΑ), ενώ στα… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Αγιουβίδες — Μουσουλμανική δυναστεία. Ιδρυτής της ήταν ο Γιουσούφ Σαλαδίν (1171 93), γιος του Κούρδου Αγιούμπ (αραβική λέξη από το βιβλικό Ιώβ), o οποίος ανέτρεψε τους Φατιμίδες της Αιγύπτου και ένωσε τη χώρα με το χαλιφάτο της Βαγδάτης. Το 1173 έγινε κύριος… …   Dictionary of Greek

  • Αραβικός Σύνδεσμος — (League of Arab States). Οργάνωση των αραβικών κρατών που ιδρύθηκε το 1945 για να εκφράσει την πολιτική και πνευματική ενότητα των Αράβων. Από την εποχή που οι Άραβες απαλλάχτηκαν από τον οθωμανικό ζυγό, κατεύθυναν την πολιτική τους για την… …   Dictionary of Greek

  • Ιορδανία — Επίσημη ονομασία: Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας Έκταση: 92.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 5.307.470 (2002) Πρωτεύουσα: Αμμάν (1.415.000 κάτ. το 1999)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Δ με το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη… …   Dictionary of Greek

  • Ceremonie d'ouverture des jeux Olympiques de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie D'ouverture Des Jeux Olympiques De 2004 — La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes étaient de la styliste grecque Sophia Kokosalaki.… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des Jeux Olympiques d'été de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des Jeux olympiques de 2004 — La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes étaient de la styliste grecque Sophia Kokosalaki.… …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”